Νόσος Gaucher τύπου Ι (Gaucher disease, type I) – γονίδιο GBA

OMIM 230800

H νόσος Gaucher είναι μια λυσοσωμιακή διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την εναπόθεση γλυκοκερεβροσιδίου στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα των κυττάρων του ήπατος, του σπληνός και του μυελού των οστών.

Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου στο γενικό πληθυσμό είναι περίπου 1 /60.000, αλλά εκτιμάται ότι φτάνει το 1 /1.000 μεταξύ των Ασκενάζι Εβραίων. Ο επιπολασμός είναι περίπου 1 στις 100.000.

Οι κλινικές εκδηλώσεις ποικίλουν. Κλασικά, διακρίνονται τρεις κύριοι φαινότυποι.

  • Τύπος 1 ή χρόνια και μη-νευροπαθητική μορφή που αντιπροσωπεύει το 95% των περιπτώσεων. Είναι ετερογενής νόσος που χαρακτηρίζεται από ηπατο-σπληνομεγαλία, κυτταροπενία (θρομβοπενία, αναιμία και, σπανιότερα, ουδετεροπενία) και εκδηλώσεις από τα οστά (οστικά άλγη, έμφρακτα οστών, οστεονέκρωση). Επίσης η δραστηριότητα ορισμένων βιολογικών δεικτών – όπως της χιτοτριοσιδάσης (αναστολέα του μετατρεπτικού ενζύμου), της φερριτίνης και της όξινης φωσφατάση (TRAP) – είναι αυξημένη.
  • Τύπος 2 ή οξεία νευροπαθητική μορφή. Χαρακτηρίζεται από πρώιμη έναρξη (κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους ζωής), ταχεία εξέλιξη, εγκεφαλική δυσλειτουργία (στελέχους) και ηπατο-σπληνομεγαλία.
  • Τύπος 3 ή υποξεία νευροπαθητική μορφή. Χαρακτηρίζεται από έναρξη κατά την παιδική ηλικία ή την εφηβεία με προοδευτική εγκεφαλοπάθεια (πάρεση κοινού κινητικού, επιληψία, αταξία), και συνδυάζεται με κλινική εικόνα ανάλογη του τύπου 1. Η εγκεφαλοπάθεια μπορεί να είναι το πρώτο σύμπτωμα ή να εμφανιστεί αργότερα στην πορεία της νόσου. Μια περιγεννητική-θανατηφόρα μορφή έχει επίσης αναφερθεί που χαρακτηρίζεται από μείωση – απουσία κινήσεων του εμβρύου ή οίδημα ανά σάρκα.

Η νόσος Gaucher κληρονομείται με αυτοσωματικό υπολειπόμενο τρόπο και οφείλεται σε μεταλλάξεις στο γονίδιο GBA του χρομοσώματος 1 (1q21), που οδηγεί σε ανεπάρκεια του ενζύμου β γλυκοκερεβροσιδάση (που αναφέρεται επίσης ως glucosylceramidase ή όξινη β-γλυκοσιδάση). Σε σπάνιες περιπτώσεις, προκαλείται από μεταλλάξεις του PSAP γονιδίου που οδηγεί σε ανεπάρκεια της πρωτεΐνης saposin C που αποδομεί το σφιγγολιπίδιο. Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με τη μέτρηση των επιπέδων της γλυκοκερεβροσιδάσης στα κυκλοφορούντα λευκοκύτταρα.

Προς το παρόν, δύο ειδικές θεραπείες για τη νόσο Gaucher είναι εμπορικά διαθέσιμες, αλλά η θεραπεία ενζυμικής υποκατάστασης, με τη χορήγηση του αναλόγου imiglucerase παραμένει η θεραπεία εκλογής και ενδείκνυται για χρήση σε ασθενείς με νόσο τύπου 1 ή 3. Θεραπεία μείωσης του υποστρώματος με τη χρήση miglustat αποτελεί εναλλακτική θεραπεία δεύτερης γραμμής. Είναι σημαντικό οι ασθενείς με νόσο Gaucher να ξεκινήσουν θεραπεία πριν την εμφάνιση σημειολογίας που δεν ανταποκρίνεται στη θεραπεία.