Κυστική ίνωση – >99% των μεταλλάξεων της νόσου

Η κυστική ίνωση ή ινοκυστική νόσος οφείλεται σε >1800 διαφορετικές μεταλλάξεις του γονιδίου CFTR και είναι το πιο συχνό γενετικό νόσημα στον Καυκάσιο πληθυσμό, με συχνότητα φορέων 1/25 -1/30.

Το χαρακτηριστικό της νόσου είναι πως ότι οι σωματικές εκκρίσεις γίνονται παχύρρευστες και στεγνώνουν, με αποτέλεσμα να φράζουν έτσι τους αεραγωγούς και τους πόρους πολλών οργάνων του σώματος, όπως οι πνεύμονες, το πάγκρεας και το συκώτι. Άλλα χαρακτηριστικά είναι η προοδευτική απόφραξη του αναπνευστικού, παγκρεατική ανεπάρκεια, κακή αναρρόφηση, ανδρική υπογονιμότητα και γενικά μειωμένη διάρκεια ζωής.

Ειδικότερα στον έλεγχο της αναπαραγωγής, αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι μια συγκεκριμένη κατηγορία ειδικών μεταλλάξεων στο γονίδιο CFTR της κυστικής ίνωσης στους άνδρες μόνο οδηγεί σε συγγενή αμφοτερόπλευρη απουσία σπερματοδόχου πόρου (CBAVD), με εικόνα αποφρακτικής αζωο-ολιγοσπερμίας. Η CBAVD είναι υπεύθυνη για ~1.5% της ανδρικής στειρότητας γενικά, ενώ ~80% των ασθενών με CBAVD έχουν τουλάχιστον μία μετάλλαξη στο γονίδιο CFTR. Επομένως σε άνδρες με αποφρακτική αζωοσπερμία, κι ειδικά στα πλαίσια προετοιμασίας για εξωσωματική γονιμοποίηση, πρέπει να εξετασθεί ειδικά η τυχόν ύπαρξη μεταλλάξεων της κυστικής ίνωσης για την επιβεβαίωση της συγκεκριμένης βλάβης, με κατάλληλη προσαρμοσμένη γενετική ανάλυση. Επιπλέον, ο έλεγχος είναι επίσης σημαντικός γιατί εάν βρεθεί κάποια μετάλλαξη, λόγω της μεγάλης συχνότητας φορέων στον πληθυσμό (1 στα 25 άτομα), θα πρέπει οπωσδήποτε να εξετασθεί η μητέρα, με διευρυμένο έλεγχο για >99% των μεταλλάξεων, για να διαπιστωθεί ο κίνδυνος να αποκτήσουν πάσχον παιδί.

Δύο είναι τα ιδιαίτερα προβλήματα γενετικού ελέγχου της κυστικής ίνωσης:

  • οι φορείς είναι απόλυτα υγιείς, χωρίς κανένα σύμπτωμα και επομένως χωρίς κάποιο τρόπο να τους αναγνωρίσουμε και
  • το γονίδιο (CFTR) είναι σχετικά μεγάλο σε μέγεθος με πάρα πολλές πιθανές μεταλλάξεις (>1800), που δεν είναι όλες παθολογικές.

Επιπλέον, οι μεταλλάξεις στο γονίδιο δεν είναι ίδιες σε συχνότητα σε όλους τους πληθυσμούς, με πολύ σημαντικές διαφορές, για παράδειγμα, μεταξύ λαών της Β. Ευρώπης και της Μεσογείου. Λόγω λοιπόν του μεγάλου αριθμού, αλλά και της διαφορετικής συχνότητας των μεταλλάξεων στους διάφορους πληθυσμούς-εθνότητες, είναι σχεδόν αδύνατο να σχεδιασθεί μια συγκεκριμένη ομάδα-αριθμός μεταλλάξεων που θα ελέγχονται παγκοσμίως. Η ανάλυση για την αποκάλυψη φορέων της νόσου συνιστάται να εκτελείται για ποσοστό που να καλύπτει ~87% των μεταλλάξεων του συγκεκριμένου πληθυσμού.

Ο διευρυμένος έλεγχος της νόσου εφαρμόζεται μόνο σε περιπτώσεις που έχουν υψηλό κίνδυνο, σε πάσχοντες για την αναζήτηση σπάνιων μεταλλάξεων κι επιβεβαίωση της διάγνωσης ή σε άντρες με αποφρακτική αζωοσπερμία.

Πρέπει να σημειωθεί ότι με βάση διεθνείς οδηγίες κι συστάσεις, κι άσχετα με το κόστος, ο διευρυμένος γενετικός έλεγχος με ανάλυση όλου του γονιδίου δεν συνιστάται να εφαρμόζεται ως γενικός έλεγχος φορέων στο γενικό πληθυσμό, αφού συχνά αποκαλύπτει μεταλλάξεις που δεν είναι παθολογικές κι οδηγεί σε αναστάτωση των εξεταζόμενων κι άσκοπους περαιτέρω ελέγχους.

Εφαρμόζουμε έλεγχο μεταλλάξεων όλου του γονιδίου CFTR (όλων των 24 εξονίων, συμπεριλαμβανομένων και των ελλείψεων) με την τεχνική Next Generation Sequencing (NGS), καλύπτοντας ποσοστό >99% των μεταλλάξεων της νόσου.

Σημειώνεται ότι η InterGenetics συμμετέχει για πολλά χρόνια και με απόλυτη επιτυχία στον ετήσιο εξωτερικό έλεγχο ποιότητας (EQA) για τον έλεγχο της κυστικής ίνωσης που οργανώνει το CF Network.